-
1 αποδοτικος
См. также в других словарях:
πεδιάσιμος — Επώνυμο 2 Βυζαντινών λογίων. 1. Θεόδωρος (14ος αι.). Καταγόταν πιθανότατα από τις Σέρρες. Έγραψε διάφορα έργα, τα κυριότερα από τα οποία τιτλοφορούνται Έκφρασις περί του ιερού των Σερρών, Έκθεσις τινών θαυμάτων των αγίων μεγάλων μαρτύρων και… … Dictionary of Greek
συγγραφέας — ο / συγγραφεύς, έως, ΝΜΑ, θηλ. συγγραφεύς Ν [συγγραφή] 1. αυτός που ασχολείται με τη συγγραφή πνευματικών έργων 2. (ειδικά) αυτός που συγγράφει σε πεζό λόγο, σε αντιδιαστολή προς τον ποιητή («ἀκήκοα ἤ που Σαπφοῡς... ή Ἀνακρέοντος τοῡ σοφοῡ ή καὶ… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τέχνη (Βυζάντιο) — Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΤΕΧΝΗ Για τους περισσότερους ανθρώπους το Βυζάντιο αντιπροσωπεύει ένα κράτος που επέζησε για σχεδόν 1.200 χρόνια και συνέβαλε σημαντικά στη διάδοση του χριστιανισμού και στη διαφύλαξη του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού πνεύματος. Για… … Dictionary of Greek
Ηλιάδης, Μανασσής — (Μελένικο, Μακεδονία 1730; – Βιέννη 1805).Λόγιος κληρικός, ιατροφιλόσοφος και εισηγητής της πειραματικής διδασκαλίας της φυσικής και της χημείας στην ελληνική Ανατολή. Σπούδασε αρχικά στην ελληνική Ακαδημία του Βουκουρεστίου κοντά στον περιώνυμο… … Dictionary of Greek
ВАСИЛИЙ ВЕЛИКИЙ — [греч. Βασίλειος ὁ Μέγας] (329/30, г. Кесария Каппадокийская (совр. Кайсери, Турция) или г. Неокесария Понтийская (совр. Никсар, Турция) 1.01.379, г. Кесария Каппадокийская), свт. (пам. 1 янв., 30 янв. в Соборе 3 вселенских учителей и святителей; … Православная энциклопедия